Αρχικά δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν, στις . Ο σύνδεσμος εδώ.
Ο σύνδεσμος τούτης εδώ της ανάρτησης, εδώ.
Προηγούμενο άρθρο: 1. Η άκρα δεξιά στην Ελλάδα: μια ιστορική αναδρομή
Επόμενα άρθρα: 3. Ιστορικότητα και όρια της άκρας δεξιάς
Φασισμός και άκρα δεξιά
Λέγεται ότι ο Μεταξάς δεν ήταν φασίστας επειδή πολέμησε τον Άξονα. Ωστόσο το να συγκρούεσαι με φασίστες δεν σημαίνει υποχρεωτικά πως εσύ είσαι κάτι άλλο. Οι συγκρούσεις φασιστών με ακροδεξιούς ομογάλακτούς τους, ή και με άλλους φασίστες, δεν είναι σπάνιες ούτε πρέπει να μας εκπλήσσουν. Αντίθετα είναι αναπόφευκτες καθώς οι φασίστες προσπαθούν να στήσουν τον δικό τους πολιτικό χώρο. Κάποτε γίνονται εξαιρετικά άγριες· παράδειγμα, η Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών το 1934, όταν ο Χίτλερ έσφαξε την ηγεσία των ναζιστικών Ταγμάτων Εφόδου. Οι φασίστες διαφωνούν αγεφύρωτα μεταξύ τους σε θέματα στρατηγικής και τακτικής, κι έχουν αντίπαλες προσωπικές επιδιώξεις.
Πρόβλημα των περισσότερων φασισμών είναι ότι τρέφουν πολλούς φύρερ και ντούτσε, όχι μονάχα έναν. Η εικόνα των τεράστιων μηχανισμών που ακολουθούν έναν Χίτλερ ή Μουσολίνι κρύβει ότι ο ιταλικός και ο γερμανικός φασισμός ήταν οι 'πετυχημένες' εξαιρέσεις και όχι ο κανόνας. Ιστορικά διαπιστώνεται ότι η άκρα δεξιά σπάνια συσπειρώνεται. Δύσκολα βρίσκονται χαρισματικοί ηγέτες, ενώ τα φασιστικά κόμματα συνήθως φουσκώνουν και ξεφουσκώνουν χωρίς να πλησιάσουν ποτέ την κυβέρνηση. Οι εσωτερικές τους έριδες και διασπάσεις είναι ο κανόνας, όχι η εξαίρεση.
Η διάκριση μεταξύ φασισμού και των άλλων μερίδων της άκρας δεξιάς δεν είναι σχολαστικισμός, αλλά αντίθετα αναδεικνύει τις χωριστές στοχεύσεις αυτών των συγγενικών μεταξύ τους χώρων και τη διαφορετική πολιτική τους δυναμική. Η βασική τους διαφορά δεν εντοπίζεται στα συνθήματά τους, που συνήθως είναι εξίσου αυταρχικά, μισαλλόδοξα και ρατσιστικά, αλλά στις οργανωτικές προτεραιότητές τους. Οι φασίστες, αντίθετα από τους άλλους ακροδεξιούς, στήνουν μαζικό κίνημα. Ο φασισμός δεν είναι ιδεολογία, αλλά πολιτική πρακτική κυριαρχίας στον δημόσιο χώρο. Ωστόσο όλοι οι ακροδεξιοί προωθούν το πλαίσιο της αντεπανάστασης, ενώ τα πρακτικά τους προγράμματα έχουν κοινό άξονα την απαλλοτριωτική συσσώρευση του κεφαλαίου.
Απαλλοτριωτική συσσώρευση
Τι είναι η απαλλοτριωτική συσσώρευση; Σε αδρές γραμμές είναι μια διαδικασία ταχύρρυθμης συσσώρευσης κεφαλαίου, πανταχού παρούσα στις ιστορικές απαρχές του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά και μέχρι σήμερα συχνή στην περιφέρειά του. Συμπεριλαμβάνει την έννοια της πρωταρχικής συσσώρευσης, την οποία είχε ανιχνεύσει ο Μαρξ στην αφετηρία των καπιταλιστικών κοινωνικών σχηματισμών. Πώς φτιάχνονται ιστορικά, ρώτησε, από τη μια μεριά οι καπιταλιστές και από την άλλη οι προλετάριοι; Πώς δημιουργείται η ταξική σχέση του κεφαλαίου; Πώς μπορεί ο καπιταλιστής να διαθέτει αρκετό κεφάλαιο για ν’ αγοράζει μέσα παραγωγής και μαζί την εργασία των προλετάριων, και πώς οι τελευταίοι αναγκάζονται να τού πουλούν την εργασία τους; Με μέσα όπως η κατάχτηση, η υποδούλωση, ο φόνος μετά ληστείας, με δυό λόγια με τη βία, απαντούν τρια περίφημα κεφάλαια στον Πρώτο Τόμο του Κεφαλαίου.
Στο πλαίσιο της απαλλοτριωτικής συσσώρευσης ο καπιταλισμός αρπάζει μαζικά ή καταστρέφει πόρους που προηγουμένως ήταν ελεύθεροι ή μπορούσαν να τους χρησιμοποιούν οι εργαζόμενοι. Έτσι ανοίγει δρόμο για έναν νέο κύκλο συσσώρευσης κεφαλαίου κι επομένως μπορεί να επιβιώσει, ν' αναπαραχθεί και να εξαπλωθεί. Το ιστορικό βάθος της έννοιας και τα θεωρητικά προβλήματα που συνδέονται μ’ αυτήν τη διαδικασία παρουσιάζονται με ενάργεια σε έργα όπως του Ντέηβιντ Χάρβεϋ, της Σίλβιας Φεντερίτσι και του Τζωρτζ Καφέντζη. Τα στάδια και οι επιμέρους στοχεύσεις της αναλύονται επίσης από τη σκοπιά του εχθρού, ο οποίος στη δική του γλώσσα σήμερα την ονομάζει ‘δομική προσαρμογή’. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα απαλλοτριωτικής συσσώρευσης ζούμε στην Ελλάδα από το 2010.
Τι κάνει ο φασισμός;
Μπορούμε τώρα να δούμε συνοπτικά τι σημαίνει φασισμός. Η παρουσίασή μας στηρίζεται σε νεότερες προσεγγίσεις, χωρίς να υποτιμά τις κλασικές κομμουνιστικές αναλύσεις, οι οποίες τελικά αποδείχτηκαν επαρκείς για την εποχή τους, αφού κατεύθυναν τότε την πάλη των λαών που κατόρθωσε τελικά να τον συντρίψει. Ωστόσο εμείς σήμερα δίνουμε διαφορετικό αγώνα, καθώς δεν έχουμε ούτε μαζικό και οργανωμένο εργατικό κίνημα ούτε επαναστατικές Διεθνείς ούτε Σοβιετική Ένωση για να μας στηρίξει. Από την άλλη μεριά απευθυνόμαστε σε μια εργατική τάξη πολύ πιο ώριμη και μορφωμένη, ενώ το καπιταλιστικό σύστημα διανύει, ας μη φοβηθούμε να το πούμε, την τερματική του κρίση. Στόχος δικός μας είναι να στρέψουμε προς μια ριζοσπαστική εξισωτική κατεύθυνση τα δίκαια πολιτικά πάθη, που ειδάλλως θα τροφοδοτήσουν έναν νέο φασισμό.
Ο φασισμός δεν είναι ιδεολογία, αλλά πολιτική πρακτική. Ασκεί βία χωρίς ηθικούς ή νομικούς φραγμούς, και γύρω από αυτό τον άξονα οργανώνει τη συμπεριφορά του. Αντί να παράγει και να προωθεί και να εξειδικεύει ιδέες, όπως κάνουν οι ιδεολογίες, χονδρικά ο ριζοσπαστισμός, ο φιλελευθερισμός και ο συντηρητισμός, ο φασισμός χρησιμοποιεί συνθήματα τα οποία συμπυκνώνουν ισχυρά συναισθήματα, καθώς και πολιτικά πάθη όπως φόβο, ταπείνωση, θυματοποίηση, οργή, αίσθηση ανημπόριας, απομόνωση, απόγνωση. Αυτά φουντώνουν σε καιρούς απαλλοτριωτικής συσσώρευσης, όπως συμβαίνει σήμερα, και τον τρέφουν ακόμη περισσότερο όταν οι κυρίαρχοι πετυχαίνουν να τα εκτρέψουν ενάντια σε αδύναμους αποδιοπομπαίους τράγους. Το ρόλο που παίζουν σήμερα οι πρόσφυγες και οι μουσουλμάνοι έπαιζαν κάποτε οι εβραίοι και οι μαύροι.
Ενώ επιδιώκει να γίνει μαζικό κίνημα, ο φασισμός ξεκινά από τα πάνω και όχι από τα κάτω. Τόν προωθούν οι καπιταλιστές όταν αμφισβητείται η εξουσία τους, όπως συμβαίνει κατεξοχήν σε μια οικονομική κρίση. Ξέρουν ότι για να μείνουν κυρίαρχοι πρέπει να τρομοκρατήσουν και ν' αλυσοδέσουν το λαό, επομένως χρηματοδοτούν κι ενισχύουν με κάθε τρόπο τους φασίστες, που αναλαμβάνουν να διεκπεραιώσουν ακριβώς αυτό το έργο, έχοντας μάλιστα μια ελευθερία κινήσεων που το επίσημο κράτος δεν διαθέτει.
Συνήθως το πλέγμα εξουσίας κάνει τούτη την επιλογή προσπαθώντας συνάμα να βρει κι εναλλακτικές λύσεις. Αυτό επειδή γνωρίζει ότι τέτοια κινήματα μπορεί να γίνουν ανεξέλεγκτα, κι επίσης κοστίζουν ακριβά κι έχουν έκβαση απρόγνωστη. Επί πενήντα χρόνια μετά την καταστροφή της φασιστικής Ιταλίας και της ναζιστικής Γερμανίας οι δυτικοευρωπαίοι αστοί απέφευγαν να παίζουν με τη φωτιά. Το ότι το κάνουν πλέον αυτό σε ανατολή και δύση είναι άλλη μια ένδειξη της κρίσης που περνά το σύστημά τους.
Ο φασισμός είναι παιδί του καπιταλισμού και αδελφός του νεοσυντηρητισμού όσο και του νεοφιλελευθερισμού. Επί της ουσίας φασίστες, νεοσυντηρητικοί και νεοφιλελεύθεροι έχουν παραπλήσιες αντιλήψεις για την κοινωνία, όσο και αν επιφανειακά διαφέρουν. Θέλουν μια ζούγκλα, όπου οι αδύναμοι καλώς μένουν απροστάτευτοι και οι ισχυρότεροι δίκαια τα παίρνουν όλα. Όλοι τους συμμερίζονται τη θεώρηση του κοινωνικού δαρβινισμού που είχαν αναπτύξει, μαζί με τα δόγματα του βιολογικού ρατσισμού, ευρωπαίοι και αμερικανοί επιστήμονες και πολιτικοί στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, δίπλα σε φιλελεύθερους όπως ο φιλόσοφος Χέρμπερτ Σπένσερ. Οι κοινωνικοί δαρβινιστές κατακεραύνωναν κάθε υποψία αλληλεγγύης και υποστήριζαν ότι η ανθρωπότητα βελτιώνεται όταν εξοντώνονται οι αδύνατοι. Δέχονται πως ορθά ή πάντως αναπόφευκτα το κεφάλαιο καταστρέφει τους ‘απροσάρμοστους’, αντικαθιστώντας έτσι τους σκληρούς και βίαους μηχανισμούς επιλογής που υπάρχουν στη φύση. Η αυτοάμυνα των θυμάτων αντιστρατεύεται την ιστορική εξέλιξη και ακόμη και την ηθική.
Οι διανοητικοί πρόδρομοι του φασισμού συμφωνούσαν μ’ αυτές τις απόψεις, συχνά τονίζοντας τις ρατσιστικές τους διαστάσεις. Για τους φασίστες η αέναη μάχη επικράτησης δίνεται από φυσικοποιημένες συλλογικότητες όπως η φυλή και το έθνος, και όχι ανάμεσα σε άτομα όπως θεωρούν συνήθως οι φιλελεύθεροι. Πεδίο της είναι κυριολεκτικά ο πόλεμος αντί της αγοράς, την οποία εμπιστεύονται οι φιλελεύθεροι. Ωστόσο η ουσία, που είναι η καταστροφή των πιο αδύναμων και η υποδούλωση στο κεφάλαιο όσων μπορούν να τού προσφέρουν εργατική δύναμη, δεν αλλάζει. Και στις δυο περιπτώσεις ο καπιταλιστικός πόλεμος όλων εναντίον όλων δεν γίνεται απλώς δεκτός ως αναπόδραστο δεδομένο, αλλά δοξολογείται σαν δήθεν δίκαιος και ορθός.
Φασισμός κι εργασία
Ο φασισμός φυσικά δεν έχει και ποτέ δεν είχε σχέση με την αριστερά. Πάντοτε καταδιώκει τη συλλογική αυτοοργάνωση των εργαζόμενων, στην οποία ποντάρει η αριστερά. Ισότητα κι ελευθερία είναι αναθέματα γι’ αυτόν, αλληλεγγύη και αδελφοσύνη λέξεις ακατανόητες. Επιβίωση για τον φασισμό δεν σημαίνει συλλογικότητα και συνεργασία, αλλά να κανιβαλίζεις άλλους ώσπου να έρθει η ώρα που θα κανιβαλιστείς και συ.
Τα φασιστικά καθεστώτα προωθούν βίαια τα συμφέροντα των εργοδοτών, τα οποία συγκλίνουν με τα συμφέροντα του φασισμού έστω και αν δεν ταυτίζονται πάντοτε μαζί τους. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής καταβαραθρώνεται το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων κι επιβάλλονται στην οικονομία οι προτεραιότητες του φασισμού, που συμπεριλαμβάνουν την προετοιμασία πολέμου. Από την αυγή του καπιταλιστικού συστήματος, γύρω στον δέκατο έκτο αιώνα, η φύση του επιβάλλει στους αστούς, μόλις ξεμπερδεύουν με την οργανωμένη εσωτερική αμφισβήτηση της εξουσίας τους, να χρησιμοποιήσουν την κρατική ισχύ για σύγκρουση με άλλες ομάδες αστών.
Ο οικονομικός σχεδιασμός και τα κεϋνσιανού τύπου μέτρα ενίσχυσης της ζήτησης που επέβαλαν περιστασιακά φασιστικές κυβερνήσεις δεν είχαν τίποτε το αριστερό ή φιλολαϊκό, κινούνταν στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Το φασιστικό κράτος παρενέβαινε συστηματικά για να δώσει τα πάντα στους καπιταλιστές και να εφαρμόσει παντού τους κανόνες της αγοράς, οργάνωνε δηλαδή την καταλήστευση των πολλών και τον κατακερματισμό των συλλογικοτήτων τους, εφαρμόζοντας πολιτικές απαλλοτριωτικής συσσώρευσης. Μάλιστα επέβαλε πρώτο πολλές πολιτικές τις οποίες συνδέουμε σήμερα με τον φιλελευθερισμό.
Πρωτοπόρος των λεγόμενων ιδιωτικοποιήσεων ήταν εξαρχής η Ιταλία του Μουσολίνι, ενώ και η χιτλερική Γερμανία ακολούθησε κατά πόδας. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από την ίδρυσή της είναι ταγμένη να εφαρμόζει τη χρηματοπιστωτική πολιτική που είχε επεξεργαστεί ο Γιάλμαρ Σαχτ, φιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών του Τρίτου Ράιχ και διοικητής της κεντρικής του τράπεζας. Αντί να δανείζει το κράτος, όπως έκαναν οι κεντρικές τράπεζες από τις απαρχές της εμφάνισής τους, πριν από το 1700, η ΕΚΤ δανείζει αποκλειστικά σε καπιταλιστικές τράπεζες, οι οποίες έπειτα δανείζουν στο κράτος όσα θέλουν, όποτε θέλουν, με όποιους όρους θέλουν και με όποιο επιτόκιο θέλουν. Έτσι ελέγχουν την κρατική πολιτική και ανατρέπουν τις απείθαρχες κυβερνήσεις. Αυτό είναι, στην ουσία του, το Δόγμα Σαχτ.
Ο ρατσισμός, ο εθνικισμός και ο μισογυνισμός είναι επίσης κομάτια της καπιταλιστικής κανονικότητας και όχι φασιστικές ιδιοτροπίες. Όποια και αν είναι η επίσημη ρητορική, στην πράξη το καπιταλιστικό κράτος πάγια τους ενισχύει, όπως διαπιστώσαμε κι εμπειρικά στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Έχει λειτουργικούς λόγους γι' αυτό. Κρατώντας τους εργαζόμενους φτωχούς και διασπασμένους διασφαλίζει την αναπαραγωγή του κεφαλαίου και κατεξοχήν την κερδοφορία των μεγάλων επιχειρήσεων. Πάγια επίσης στηρίζει και προστατεύει τις φασιστικές οργανώσεις, ακόμη και όταν αυτές ασκούν τρομοκρατία. Η τεκμηριωμένη και συχνά απροκάλυπτη συνεργεία μεταξύ Ελληνικής Αστυνομίας και Χρυσής Αυγής αποτυπώνει ένα φαινόμενο γνωστό απ' άκρη σ' άκρη του καπιταλιστικού κόσμου.
Ανάλογα λειτουργούν και τα καπιταλιστικά μέσα ενημέρωσης, τα οποία καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να στηρίξουν τα φασιστικά κινήματα, ακόμη και αν έχουν αισθητικού τύπου αντιρρήσεις ως προς τη δράση τους. Αυτά φτιάχνουν, μαζί με το ίδιο το κράτος, τη δεξαμενή του φασισμού, δηλαδή τον ευρύ χώρο που ενστερνίζεται τη φασιστική συνθηματολογία χωρίς αναγκαστικά να συμμετέχει σε φασιστικές κινητοποιήσεις. Στις περισσότερες χώρες του κόσμου ο χώρος αυτός αρδεύεται επιμελέστατα την τελευταία τριακονταετία από τα μέσα ενημέρωσης. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εκτός από αυτά τον αρδεύουν επίσης, βαθύτερα, και η νομοθεσία και οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όλων των κρατών που την απαρτίζουν. Για παράδειγμα, η ρατσιστική μεταχείριση των μεταναστών και των προσφύγων από το κράτος, η οποία ακολουθεί κοινοτικές οδηγίες, τροφοδοτεί το ρατσισμό, και όχι το αντίστροφο. Αυτό δεν συμβαίνει κατά τύχη.
Τι είναι ο φασισμός;
Τις κύριες εκδοχές του φασισμού εξέτασε συγκριτικά ο φιλελεύθερος αμερικανός ιστορικός Ρόμπερτ Πάξτον, προσπαθώντας αρκετά διαλεκτικά να δει ‘τον φασισμό σε δράση’, ως μια σειρά διαδικασιών που εκτυλίσσονται ιστορικά. Ο Πάξτον παρακολουθεί τις πρωτεϊκές μεταλλάξεις των φασιστών καθώς αυτοί προσαρμόζονται – ή αποτυχαίνουν να προσαρμοστούν - για να καταλάβουν τον διαθέσιμο πολιτικό χώρο. Τονίζει πως ο φασισμός δεν είναι ιδεολογία, αλλά πολιτική πρακτική που τροποποιεί ή παραβιάζει κατά βούληση τις ιδέες τις οποίες επαγγέλλεται. Από τα μοτίβα της παρακμής, της ταπείνωσης ή της θυματοποίησης της εθνικής κοινότητας ο φασισμός παράγει μια αντισταθμιστική λατρεία της ενότητας, της ρώμης και της καθαρότητας. Στα φασιστικά καθεστώτα ένα μαζικό κόμμα με βάση στρατευμένους εθνικιστές, σε συνεργασία με παραδοσιακές ελίτ, καταλύει τις δημοκρατικές ελευθερίες και προωθεί, χρησιμοποιώντας βία δίχως ηθικούς ή νομικούς φραγμούς, στόχους εσωτερικής εκκαθάρισης κι εξωτερικής επέκτασης.
Συμπερασματικά, ο φασισμός είναι κομάτι της άκρας δεξιάς και όχι χωριστός πολιτικός χώρος. Οι φασίστες προωθούν το ίδιο κοινωνικό και πολιτικό πρόγραμμα που προωθεί και η υπόλοιπη άκρα δεξιά, μολονότι χρησιμοποιούν διαφορετικές πρακτικές κι έχουν διαφορετική δυναμική καθώς στήνουν μαζικό κίνημα και δοξολογούν τη βία. Όλοι αυτοί μαζί -φασίστες, φιλελεύθεροι και συντηρητικοί- επιδιώκουν τη μαζική και συστηματική μεταφορά πόρων και εξουσίας από τους πολλούς στους λίγους, από τους αδύναμους στους δυνατούς, από τ ους φτωχούς στους πλούσιους. Συνοπτικά, παίρνουν από τους προλετάριους και τους μικροαστούς για να δώσουν στους καπιταλιστές, ή αλλιώς στο 1%, ή στους ολιγάρχες. Κάθε τέτοια πολιτική απαλλοτριωτικής συσσώρευσης, εξ ορισμού και αυτονόητα ακροδεξιά, δεν αρπάζει απλώς πόρους από το λαό, αλλα και ανατρέπει τους συσχετισμούς δυνάμεων σε βάρος του, σφυροκοπώντας τις δημοκρατικές κατακτήσεις που απέσπασαν παλεύοντας τα μαζικά κινήματα και οι πολιτικές οργανώσεις από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης.
Comments